"Για να αρχίσω να ελπίζω μέσα στην καταστροφή, πρέπει κάποιος να ανάψει τα φώτα, ώστε να πάψω να συμπεριφέρομαι σαν τυφλός", ευχήθηκε ο Λαρισαίος παλιός καλός και αγαπημένος μου φίλος, ο Γιώργος Λαζόγκας. Και κάποιος άναψε το φως!
Για πολλούς ήταν προβολέας. Για άλλους... φωτάκι νυκτός. Για όλους, όμως, ήταν εκείνο το "κάτι" που χρειάστηκε για να σηκωθούν από τον καναπέ αποφασιστικά, δυναμικά, μαχητικά, αλλά όχι επιθετικά... Τουλάχιστον όχι μέχρι τη στιγμή αυτή.
Πολλοί είναι εκείνοι που στις διαδηλώσεις αυτές κινούνται με τη χαρά του νεοφώτιστου... Χαίρονται τη συμμετοχή τους στα "κοινά". Χαίρονται που διεκδικούν. Που έχουν φωνή που ακούγεται. Δική τους φωνή. Όχι "καπελωμένη". Άλλοι κινούνται, ίσως, σαν μέσα σε μια γιορτή, σε ένα πάρτι όπου περιμένουν το επόμενο τραγούδι, τα γλυκά ή τους μεζέδες... Άλλοι αναλύουν με περισπούδαστο ύφος και εξηγούν τα γιατί και τα διότι...
Όλοι, όμως, ένα ενωμένο πλήθος, ετερόκλητο, αλλά με ομοψυχία. Σημαντικό αυτό, για την ώρα. Κανείς δεν ισχυρίστηκε πως εκεί, στις "πλατείες της αγανάκτησης", συγκεντρώθηκαν μόνον όσοι έντιμοι και αδικημένοι, μόνον οι απελπισμένοι πολίτες.
Εκεί παρεισέφρυσαν και οι "άλλοι": οι φοροφυγάδες, οι απατεωνίσκοι, τα λαμόγια, οι σπεκουλαδόροι. Μα, θα πείτε, δεν δικαιούνται να διαμαρτυρηθούν κι αυτοί; Δεν δικαιούνται να υψώσουν τη φωνή τους και να αρνηθούν, να διαμαρτυρηθούν για το άδικο, τις κλεψιές, τα ψεύδη, την κακοδιαχείριση των πολιτικών που χρόνια τώρα μας κυβερνούν; Ξέρω κι εγώ; Εσείς τι λέτε;... Δύσκολη η απάντηση. Αλλά ο προβληματισμός και μόνο που θέτει η ερώτηση, οδηγεί σε δρόμους που αναγκαστικά θα δεις και θα αποδεχθείς τις αλήθειες που μας βαραίνουν.
Μια γρήγορη ματιά στις πλατείες, όπου απελπισμένοι άνθρωποι στέκονται αποφασιστικά, διεκδικώντας το δικαίωμα στο όνειρο και την ελπίδα, και να! Το αγκάθι μπαίνει στο μάτι, στο μυαλό, στην καρδιά: σουβλάκια, σάντουιτς, τυρόπιτες, σημαίες και σημαιάκια... Όλα υπερτιμημένα!... Να βγάλουμε παρά από τους άνεργους και τους απελπισμένους! Σαν τα "μαγαζάκια" που γέμισαν τις γειτονιές της Αθήνας, με τις επιγραφές "αγοράζουμε χρυσό, κοσμήματα κ.ά." την εποχή της κρίσης, που οι άνθρωποι δυσκολεύονται να εξασφαλίσουν τα προς το ζην!
Κι από κοντά και οι αλλοδαποί: τσάντες και γυαλιά ηλίου αραδιασμένα σε στρωμένα σεντόνια...
Εμ, κάποιος άναψε το φως, ναι! Και βλέπουμε! Αλλά γιατί δεχόμαστε τις "ασχημίες";
Με ελαστική συνείδηση κι ένα "Ε, καλά τώρα, μ' αυτά θα ασχοληθούμε;" πληγώσαμε -χρόνια τώρα- την παιδεία, την αγωγή, το ήθος. Χρειάζεται να ξεκινήσουμε από την αρχή με το Αλφαβητάριο.
Και η μόνη ελπίδα μας πια είναι η παιδεία. Εκείνη που δεν στέκεται στην παπαγαλία και στον αγώνα του "άριστα", αλλά εκείνη που καλλιεργεί συνειδήσεις, που διδάσκει αρχές και αξίες, που αναπτύσσει την κρίση και την κριτική ικανότητα.
Και να διεκδικούμε ως νουνεχείς πολίτες όλα τα δικαιώματά μας, αφού πρωτίστως είμαστε συνεπείς στις υποχρεώσεις μας.
Και να μη σιωπούμε...
Αν ανατρέξουμε στον μεγάλο Αλεξανδρινό μας ποιητή... "Λαλήσωμεν, λαλήσωμεν"!
Aζά καν ελκαλάμ μιν φάντα, ασσουκούτ μιν ζαχάμπ (αραβική παροιμία)
«Είναι χρυσός η σιωπή και άργυρος ο λόγος»
Τίς βέβηλος προέφερε τοιαύτην βλασφημίαν;
τίς χαυνωθείς Aσιανός παραιτηθείς εις μοίραν
τυφλήν, βωβήν, τυφλός, βωβός; Ποίος οικτρός παράφρων
ξένος τη ανθρωπότητι, την αρετήν υβρίζων,
χίμαιραν είπε την ψυχήν, και άργυρον τον λόγον;
Το μόνον μας θεοπρεπές δώρημα, περιέχον
τα πάντα — ενθουσιασμόν, λύπην, χαράν, αγάπην·
εν τη ζωώδει φύσει μας ανθρώπινον το μόνον!
Συ όστις τον αποκαλείς άργυρον, δεν πιστεύεις
το μέλλον, λύον την σιγήν, μυστηριώδες ρήμα.
Συ εν σοφία δεν τρυφείς, πρόοδος δεν σε θέλγει·
με την αμάθειαν — χρυσήν σιγήν — ευχαριστείσαι.
Νοσείς. Είν’ η αναίσθητος σιγή βαρεία νόσος,
ενώ ο Λόγος ο θερμός, ο συμπαθής, υγεία.
Σκιά και νυξ είν’ η Σιγή· ο Λόγος, η ημέρα.
Ο Λόγος είν’ αλήθεια, ζωή, αθανασία.
Λαλήσωμεν, λαλήσωμεν — σιγή δεν μας αρμόζει
αφού εις το ομοίωμα επλάσθημεν του Λόγου.
Λαλήσωμεν, λαλήσωμεν — αφού λαλεί εντός μας
η θεία σκέψις, της ψυχής άυλος ομιλία.
Μου αρεσει πολύ!
ΑπάντησηΔιαγραφήΠάρα πολύ ωραίο!!!!
ΑπάντησηΔιαγραφή