31 Μαΐ 2011

Μια απόλαυση ακριβοπληρωμένη!

Το πρώτο πράγμα που κάνει κάποιος μόλις έρθει στη ζωή είναι να πάρει ανάσα. Και είναι το  πιο απλό πράγμα, το αυτονόητο. Δεν σκεφτόμαστε ποτέ "τώρα θα εισπνεύσω, τώρα θα εκπνεύσω, ιδού η αναπνοή"! Αυτό γίνεται αυτόματα. Αν υπάρχουν, θα είναι ελάχιστοι αυτοί που συνειδητοποιημένα αναπνέουν. Που το χαίρονται. Αυτοί που κατανοούν απολύτως τι σημαίνει να μπορείς να αναπνέεις με μία καλή ποιότητα αναπνοής. Τι σημαίνει αυτή η εισπνοή οξυγόνου για τη ζωή μας.  Όχι πως δεν το γνωρίζουμε. Το έχουμε διδαχτεί. Αλλά δεν το εκτιμούμε όσο το έχουμε. Όπως συμβαίνει γενικότερα στη ζωή μας. Μόνον όταν χάσουμε κάτι, μόνον τότε συνειδητοποιούμε την αξία του.
Και κάποια στιγμή, ανακαλύπτεις πως αναπνέοντας, μέσω της διαδικασίας της αναπνοής  -εισπνοή... εκπνοή- οδηγείσαι και σε μια άλλου είδους απόλαυση: στην απόλαυση της ρουφηξιάς του τσιγάρου!

Στην αρχή αυτό μοιάζει σαν ένα αθώο φλερτ ανάμεσα σε σένα και στο τσιγάρο! Σαν ένα φλερτ που στην αρχή του είναι ελκυστικό έτσι όπως κρύβει τη γοητεία του αγνωστου -δεν σε ξέρω, μου αρέσεις, θέλω να σε γνωρίσω. Εκείνες τις στιγμές δεν σκέφτεσαι την προοπτική μιας σχέσης. Μιας σχέσης που ίσως στην πορεία της να εξελιχθεί αργότερα σε σχέση ζωής. Εκείνες τις στιγμές ενθουσιάζεσαι με το "καινούριο" που ήρθε στη ζωή σου, που λες κι έκανε πιο σημαντική και σπουδαία την καθημερινότητά σου. Σε τρελαίνει το άρωμά του` η γεύση του σε μεθά σαν τα πρώτα φιλιά.
Δεν φαίνεται να είναι και τόσο τυχαίο ή άσχετο το ότι παλιότερα δεν χρησιμοποιούσαν το ρήμα "καπνίζω", αλλά έλεγαν "πίνω ένα τσιγάρο". Το πίνεις, το ρουφάς, όπως πίνεις και ρουφάς τα φιλιά. Και παραδίνεσαι χωρίς αναστολές και αμφιβολίες στον έρωτα που, εν προκειμένω, ακολουθεί το αρχικά αθώο φλερτ! Στην αρχή χαλαρά, σαν με μέτρο. Στη συνέχεια, πιο... ζωηρά, για να ακολουθήσει μετά το πάθος και η απόλυτη εξάρτηση.

Σε γενικές γραμμές, αυτή είναι η διαδρομή. Μόνο που δεν γνωρίζεις ή, πιο σωστά, δεν φαντάζεσαι πού είναι το τέρμα. Ούτε σε ποια κατάσταση θα είσαι όταν φτάσεις, ανέτοιμος, εκεί.
Βέβαια, βαθιά στο υποσυνείδητό μας έχει καταγραφεί η εικόνα που οι διαφημιστές τσιγάρων παρουσιάζουν για τους καπνιστές: νεαρά και όμορφα ζευγάρια πιασμένα χέρι χέρι να τρέχουν σε καταπράσινα λιβάδια και σε αγρούς με πολύχρωμα λουλούδια. Ανέμελα, γελαστά κι ευτυχισμένα πρόσωπα, ροδοκόκκινα, τυλιγμένα στον γκριζογάλανο καπνό του τσιγάρου! Όλη η εικόνα να παραπέμπει στην έννοια της υγείας, της χαράς, της επιτυχίας.
Αξίζει να προσέξουμε την κάθε διαφήμιση τσιγάρων και θα το δούμε ξεκάθαρα.
Παντού, στις αφίσες, στα περιοδικά, τον κινηματογράφο, ακόμη και στο θέατρο, η εικόνα του ωραίου ή της ωραίας, καταγράφεται με ένα τσιγάρο στο χέρι. Όλα είναι προσποιητά, επιτηδευμένα, καμουφλαρισμένα. Πίσω τους κρύβονται τεράστια οικονομικά συμφέροντα που ποντάρουν στον εθισμό και την εξάρτησή μας. Και αυτό το "Το κάπνισμα βλάπτει σοβαρά την υγεία" που αναγράφεται πάνω στα πακέτα ή αφήνει αδιάφορο τον εθισμένο πια στο τσιγάρο ή το απαγορευτικόν του πράγματος το κάνει πιο επιθυμητό στον καινούριο καπνιστή. Σαν την αμαρτία.

Αξίζει να αναφερθεί ότι η πρώτη έντυπη διαφήμιση προϊόντων καπνού έγινε το 1789 στην Αμερική. Από κει κι έπειτα, ποιος τους έπιανε!  Αξίζει ακόμη να αναφερθεί και η απαγόρευση του καπνού πολλά χρόνια πριν, στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, όταν ο Σουλτάνος Μουράτ Δ' πιστεύοντας ότι
ο καπνός μεθάει και σεβόμενος το Κοράνι που απαγορεύει τη μέθη, επέβαλε στους καπνιστές την
τιμωρία της αφαίρεσης των χειλιών τους και στους εισπνέοντες τον καπνό το κόψιμο της μύτης!
Και λίγο αργότερα, ο Μωχάμετ Δ' επέβλεπε προσωπικά στους περιπάτους του τις απαγορεύσεις, φτάνοντας σε ποινές μέχρι απαγχονισμού -Θεός φυλάξοι! Αυτά όλα περί το 1600!!!

Όταν χάσει κανείς την ικανότητα ή τη δυνατότητα να αναπνέει επαρκώς, να αναπνέει χωρίς προσπάθεια, χωρίς βοήθεια οξυγόνου και φαρμάκων, το πρώτο που αντιλαμβάνεται πανικόβλητος είναι η ανατροπή της ίδιας της ζωής του. Όταν, δηλαδή, ανακαλύψει ότι πάσχει από τη Χρόνια Αποφρακτική Πνευμονοπάθεια, την αρρώστια που σήμερα είναι η τέταρτη αιτία θανάτου στον κόσμο.

Αλλά δεν είναι τόσο η απειλή του θανάτου που φοβίζει, όσο ο τρόπος που στο εξής θα ζει. Δεν θα μπορεί πια να ακολουθήσει τον παλιό τρόπο ζωής του, δεν θα μπορεί να κάνει τις εκδρομές του, να ταξιδέψει εύκολα, να διασκεδάσει με φίλους. Δεν θα μπορεί να περπατήσει χωρίς να του "κόβεται η ανάσα" από το λαχάνιασμα.  Θα κινδυνεύει από λοιμώξεις και ιώσεις. Ακόμη και ένα απλό κρυολόγημα, ακίνδυνο για τους άλλους,  θα είναι απειλή για τη ζωή του!

Το τελετουργικόν του ανάμματος ενός τσιγάρου, το χαρακτηριστικό "τσακ" του αναπτήρα, ο ήχος της πρώτης βαθιάς ρουφηξιάς, η μυρωδιά του, ο καπνός έτσι όπως πλανιέται διάφανος στον αέρα και παίρνει διάφορα σχήματα... όλα αυτά σηματοδοτούν στιγμές απόλαυσης...
Μιας απόλαυσης, όμως, ακριβοπληρωμένης!


Σημ.: Το αναρτώ από το Newstrap.gr  λόγω της σημερινής
Παγκόσμιας Ημέρας Κατά του Καπνίσματος...

30 Μαΐ 2011

«Είναι χρυσός η σιωπή και άργυρος ο λόγος»...


"Για να αρχίσω να ελπίζω μέσα στην καταστροφή, πρέπει κάποιος να ανάψει τα φώτα, ώστε να πάψω να συμπεριφέρομαι σαν τυφλός", ευχήθηκε ο Λαρισαίος παλιός καλός και αγαπημένος μου φίλος, ο Γιώργος Λαζόγκας.  Και κάποιος άναψε το φως!
Για πολλούς ήταν προβολέας. Για άλλους... φωτάκι νυκτός. Για όλους, όμως, ήταν εκείνο το "κάτι" που χρειάστηκε για να σηκωθούν από τον καναπέ αποφασιστικά, δυναμικά, μαχητικά, αλλά όχι επιθετικά... Τουλάχιστον όχι μέχρι τη στιγμή αυτή.

Πολλοί είναι εκείνοι που στις διαδηλώσεις αυτές κινούνται με τη χαρά του νεοφώτιστου... Χαίρονται τη συμμετοχή τους στα "κοινά". Χαίρονται που διεκδικούν. Που έχουν φωνή που ακούγεται. Δική τους φωνή. Όχι "καπελωμένη". Άλλοι κινούνται, ίσως, σαν μέσα σε μια γιορτή, σε ένα πάρτι όπου περιμένουν το επόμενο τραγούδι, τα γλυκά ή τους μεζέδες... Άλλοι αναλύουν με περισπούδαστο ύφος και εξηγούν τα γιατί και τα διότι...
Όλοι, όμως, ένα ενωμένο πλήθος, ετερόκλητο, αλλά με ομοψυχία. Σημαντικό αυτό, για την ώρα.

Κανείς δεν ισχυρίστηκε πως εκεί, στις "πλατείες της αγανάκτησης", συγκεντρώθηκαν μόνον όσοι  έντιμοι και αδικημένοι, μόνον οι απελπισμένοι πολίτες.
Εκεί παρεισέφρυσαν και οι "άλλοι": οι φοροφυγάδες, οι απατεωνίσκοι, τα λαμόγια, οι σπεκουλαδόροι. Μα, θα πείτε, δεν δικαιούνται  να διαμαρτυρηθούν κι αυτοί; Δεν δικαιούνται να υψώσουν τη φωνή τους και να αρνηθούν, να διαμαρτυρηθούν για το άδικο, τις κλεψιές, τα ψεύδη, την κακοδιαχείριση των πολιτικών που χρόνια τώρα μας κυβερνούν; Ξέρω κι εγώ; Εσείς τι λέτε;... Δύσκολη η απάντηση. Αλλά ο προβληματισμός και μόνο που θέτει η ερώτηση, οδηγεί σε δρόμους που αναγκαστικά θα δεις και θα αποδεχθείς τις αλήθειες που μας βαραίνουν.
Μια γρήγορη ματιά στις πλατείες, όπου απελπισμένοι άνθρωποι στέκονται αποφασιστικά, διεκδικώντας το δικαίωμα στο όνειρο και την ελπίδα, και να! Το αγκάθι μπαίνει στο μάτι, στο μυαλό, στην καρδιά: σουβλάκια, σάντουιτς, τυρόπιτες, σημαίες και σημαιάκια... Όλα υπερτιμημένα!... Να βγάλουμε παρά από τους άνεργους και τους απελπισμένους! Σαν τα "μαγαζάκια" που γέμισαν τις γειτονιές της Αθήνας, με τις επιγραφές "αγοράζουμε χρυσό, κοσμήματα κ.ά." την εποχή της κρίσης, που οι άνθρωποι δυσκολεύονται να εξασφαλίσουν τα προς το ζην!
Κι από κοντά και οι αλλοδαποί: τσάντες και γυαλιά ηλίου αραδιασμένα σε στρωμένα σεντόνια...

Εμ, κάποιος άναψε το φως, ναι! Και βλέπουμε! Αλλά γιατί δεχόμαστε τις "ασχημίες";
Με ελαστική συνείδηση κι ένα "Ε, καλά τώρα, μ' αυτά θα ασχοληθούμε;" πληγώσαμε -χρόνια τώρα- την παιδεία, την αγωγή, το ήθος. Χρειάζεται να ξεκινήσουμε από την αρχή με το Αλφαβητάριο.
Και η μόνη ελπίδα μας πια είναι η παιδεία. Εκείνη που δεν στέκεται στην παπαγαλία και στον αγώνα του "άριστα", αλλά εκείνη που καλλιεργεί συνειδήσεις, που διδάσκει αρχές και αξίες, που αναπτύσσει την κρίση και την κριτική ικανότητα.
Και να διεκδικούμε ως νουνεχείς πολίτες όλα τα δικαιώματά μας, αφού πρωτίστως είμαστε συνεπείς στις υποχρεώσεις μας.
Και να μη σιωπούμε...
Αν ανατρέξουμε στον μεγάλο Αλεξανδρινό μας ποιητή... "Λαλήσωμεν, λαλήσωμεν"!

Aζά καν ελκαλάμ μιν φάντα, ασσουκούτ μιν ζαχάμπ                                                (αραβική παροιμία)

«Είναι χρυσός η σιωπή και άργυρος ο λόγος»
Τίς βέβηλος προέφερε τοιαύτην βλασφημίαν;
τίς χαυνωθείς Aσιανός παραιτηθείς εις μοίραν
τυφλήν, βωβήν, τυφλός, βωβός; Ποίος οικτρός παράφρων
ξένος τη ανθρωπότητι, την αρετήν υβρίζων,
χίμαιραν είπε την ψυχήν, και άργυρον τον λόγον;
Το μόνον μας θεοπρεπές δώρημα, περιέχον
τα πάντα — ενθουσιασμόν, λύπην, χαράν, αγάπην·
εν τη ζωώδει φύσει μας ανθρώπινον το μόνον!
        Συ όστις τον αποκαλείς άργυρον, δεν πιστεύεις
το μέλλον, λύον την σιγήν, μυστηριώδες ρήμα.
Συ εν σοφία δεν τρυφείς, πρόοδος δεν σε θέλγει·
με την αμάθειαν — χρυσήν σιγήν — ευχαριστείσαι.
Νοσείς. Είν’ η αναίσθητος σιγή βαρεία νόσος,
ενώ ο Λόγος ο θερμός, ο συμπαθής, υγεία.
Σκιά και νυξ είν’ η Σιγή· ο Λόγος, η ημέρα.
Ο Λόγος είν’ αλήθεια, ζωή, αθανασία.
        Λαλήσωμεν, λαλήσωμεν — σιγή δεν μας αρμόζει
αφού εις το ομοίωμα επλάσθημεν του Λόγου.
Λαλήσωμεν, λαλήσωμεν — αφού λαλεί εντός μας
η θεία σκέψις, της ψυχής άυλος ομιλία.







26 Μαΐ 2011

«Κι αύριο εδώ θα είμαστε"!...

«Κι αύριο εδώ θα είμαστε. Δεν τελειώνει αυτό σήμερα"!
Με το σύνθημα αυτό, έτσι απλά κι ανεπιτήδευτα, οι χιλιάδες "Αγανακτισμένοι Πολίτες" συμφώνησαν για τη συνέχεια της χθεσινής τους διαμαρτυρίας. Και άρχισαν σιγά-σιγά να συγκεντρώνονται ξανά στην Πλατεία Συντάγματος, στο Λευκό Πύργο, στην Πλατεία της Πάτρας, του Βόλου, της Λάρισας, σε όλες τις πλατείες που χωράνε το βάρος της απελπισίας και της οργής τους...
Στην Αθήνα βρέχει καταρρακτωδώς. Η πλατεία είναι γεμάτη από πολύχρωμες ανοιχτές ομπρέλες. Κανείς τους δεν φεύγει. Στέκονται όλοι εκεί. Και τώρα κρατάνε και κατσαρόλες που τις χτυπάνε... Ο ήχος τους να φτάσει σε ώτα μη ακουόντων...

Την ίδια στιγμή, ετοιμάζονται τα "νέα μέτρα": μείωση του αφορολόγητου ποσού (από 12.000 ευρώ θα πέσει στις 6.000...), αύξηση του ΦΠΑ από το 13%  στο 23% και για προϊόντα πρώτης ανάγκης, αύξηση στα τσιγάρα, στα τέλη κυκλοφορίας κ.ά.
Μισθωτοί και συνταξιούχοι ξανά καλούνται να "πληρώσουν τη νύφη". Και οι νέοι καλούνται να πορεύονται χωρίς στόχους, χωρίς όραμα, χωρίς όνειρα.

Εν τω μεταξύ, συμβούλιο πολιτικών αρχηγών συγκαλεί ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, που θα γίνει αύριο στις 12.30 το μεσημέρι.
Στην κυβέρνηση είναι φανερός πια ο πανικός!
Η συναίνεση δεν τους "κάθεται", το "δημοψήφισμα" δεν τραβάει, η "Μαρία μιλάει πολύ" θέτοντας το δίλημμα "ή υπακούμε στις εντολές των δανειστών μας, αναλαμβάνοντας τις ευθύνες του παρελθόντος ή... έξω από τη ζώνη του ευρώ"! Τώρα, ποιες ευθύνες να "αναλάβουμε", ποιοι να τις "αναλάβουμε", δεν το αποσαφηνίζει!
Και μέσα στη γενική αυτή... βαβούρα, να σου λένε πως "αφ' εαυτού της ομίλησε, η κοπέλα"!!!  Πως δεν είχε καμία συννενόηση με τον πρωθυπουργό ή όποιον αρμόδιο, τέλος πάντων! Του κεφαλιού της έκανε! Και ο πρωθυπουργός να διαμαρτύρεται -σε ποιους ακριβώς;- "Αφήστε μας ήσυχους να κάνουμε τη δουλειά μας"!

Και οι "Αγανακτισμένοι Πολίτες" με τα ξυπνητήρια να κουδουνίζουν πια μέσα στο κεφάλι τους,
δείχνουν έτοιμοι να αντισταθούν ειρηνικά αλλά αποφασιστικά, απέναντι στη σκληρότητα των άδικων γι' αυτούς μέτρων. 
Η χθεσινή ημέρα έδειξε πως δεν χρειάζονται πάντα τα συνδικάτα, τα κόμματα, οι "καθοδηγητές". 
Άνθρωποι απλοί, καθημερινοί, με τις οικογένειές τους, άνθρωποι που βλέπουν να τους κλέβουν τις ελπίδες τους, συναντήθηκαν μόνο με τις ελληνικές σημαίες και διαδήλωσαν την οργή τους.

Ήδη, ο κόσμος είναι ξανά στις πλατείες... 
Γιατί το είπαν εχθές: "Και αύριο εδώ θα είμαστε. Δεν τελειώνει αυτό σήμερα"!

20 Μαΐ 2011

Στον Άκη, του κόσμου όλα τα φιλιά!

Μόλις γεννήθηκε εκείνη τη μαγιάτικη μέρα, δεν πρόλαβε να πάρει την πρώτη του ανάσα και τον έπνιξαν στα φιλιά! Ήταν ένα ροδαλό μικρούτσικο αγοράκι, το πρώτο που ήρθε να δημιουργήσει την οικογένεια -γιατί την οικογένεια, την κάνουν τα παιδιά, η απόκτησή τους, δηλαδή, διαφορετικά, μιλάμε για μια δυαδική, συντροφική σχέση- χαριτωμένο, όμορφο, με την αφοπλιστική αθωότητα που έχουν όλα τα μωρά στο βλέμμα τους, φυσικό ήταν να σε προκαλεί να το πάρεις αγκαλιά, να το χαϊδέψεις, να το κανακέψεις και, βέβαια, να το φιλήσεις. Απαλά. Προσεκτικά. Ανεπαίσθητα.

Εντάξει. Έτσι γίνεται συνήθως. Μα με ετούτο εδώ το αγοράκι, ήταν άλλο πράγμα! Το έπνιξαν το ψυχάκι στα φιλιά! Η μάνα του, δηλαδή... Εκείνη κυρίως. Δεν το άφηνε σε ησυχία! Μικρή πολύ στην ηλικία η ίδια, το έβλεπε στην αρχή σαν το ζωντανό της παιχνίδι. Και μαζί με τα φιλιά, έκανε και κάτι άλλο: κρατούσε το δάχτυλό της όσο δυνατά γινόταν να μην πονάει ο μπέμπης στο σαγονάκι του, εκεί που αδιόρατα άρχισε να σχηματίζεται ένα λακκάκι! Έτσι -έλεγε- θα γίνει κανονικό λακκάκι στο σαγόνι του και θα 'ναι πολύ πιο όμορφο!


Λακκάκι έγινε, αλλά μάλλον όχι από το δάχτυλο της Μαρίκας, κι ας καμάρωνε εκείνη ότι ήταν δικό της επίτευγμα! Και δώσ' του να το φιλάει το μωρό ασταμάτητα! Το ρουφούσε, στην κυριολεξία! Κι ο μικρός "πασάς" της νεαρής Μαρίκας, μαζί με το γάλα του στήθους της, ρουφούσε και τα φιλιά της. Κι έτσι, όπως όλα τα μωρά, έμαθε κι εκείνο από την πρώτη του ανάσα, να περιμένει τα φιλιά. Δικαιωματικά. Σαν να του τα όφειλαν όλοι όσους θα αγαπούσε στο μέλλον.

Λίγο αργότερα, η οικογένεια "αυγάτισε". Μεγάλωσε, δηλαδή. Ήρθε μία κόρη, και στην τρίτη γέννα, ήρθε και άλλη μία κόρη, να διαψεύσει τις ελπίδες και την προσδοκία του πατέρα για έναν δεύτερο γιο. Τελικά, αυτή έγινε η αγαπημένη του. Η "αδυναμία" του, όπως λέμε, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν αγαπούσε και την άλλη. Στις γυναίκες, λοιπόν, της ζωής του μωρού, ήρθαν και προστέθηκαν και άλλες δύο, που σιγά-σιγά, καθώς μάθαιναν να κάνουν τα πρώτα τους βήματα και να ψελλίζουν τις πρώτες τους λέξεις, έμαθαν κι εκείνες να τον πνίγουν στα φιλιά! Βάλε και τις γιαγιές, τις θείες, τις μεγαλύτερες ξαδερφούλες, τις κομπάρες, τις γειτόνισσες, τις συμπεθέρες... Το μικρό αγοράκι δεχόταν αδιαμαρτύρητα τα φιλιά τους. Μερικές φορές μόνο, με την ανάστροφη της παλάμης του, σκούπιζε τα μαγουλάκια του από τα κραγιόν ή και τα σάλια των απρόσεκτων κυριών. Εκείνες ούτε που το πρόσεχαν αυτό!

Το αγοράκι, μεγάλωνε. Η Μαρίκα, η μάνα του, το αποκαλούσε "πασάκο μου". Και του φερόταν σαν σε πασά, σε άρχοντα. Του πήραν ένα αλογάκι, εκείνα τα από πεπιεσμένο χαρτί υπέροχα αλογάκια, αργότερα ποδηλατάκι. Ο μπέμπης μεγάλωνε, αλλά είχε πλέον και... υποχρεώσεις: "Πρόσεχε τα κορίτσια, εσύ που είσαι μεγάλος"! Μεγαλύτερος, εννοούσαν, αλλά έλεγαν "μεγάλος", για να νιώσει έτσι ο μικρός περισσότερο την ευθύνη του. Και αυτό το κουβάλησε υπεύθυνα στις πλάτες του, ακόμα κι όταν "τα κορίτσια" μεγάλωσαν, παντρεύτηκαν, έκαναν τα δικά τους σπιτικά. Εκείνος είχε κρατήσει εκείνες τις λέξεις: "Πρόσεχε τα κορίτσια"! Τις πρόσεχε, τις αγκάλιαζε, τις έδινε και έπαιρνε τα φιλιά τους. Πάντα. Τις Κυριακές έβγαιναν βόλτα όλοι μαζί, ντυμένοι με τα καλά τους. Πήγαιναν στο μεγάλο πάρκο της πόλης, δίπλα στο ποτάμι. Στο ποτάμι που πολλά χρόνια αργότερα, το αγοράκι θα έπαιζε έναν πολύ σημαντικό ρόλο για τη διάσωσή του. Πήγαιναν, λοιπόν, την κυριακάτικη βόλτα τους, το αγοράκι με μαύρο βελούδινο παντελονάκι, το ίδιο γιλέκο και άσπρο, κάτασπρο πουκαμισάκι, τα κορίτσια με φορεματάκια πιε ντε πουλ με δαντελίτσες και λουλουδάκια, η μαμά με το σαντούκ ταγιέρ της και το μαντό της -απαραίτητο τότε στην επαρχία- ενώ ο πάτερ φαμίλιας φορούσε το κλασικό κυριακάτικο κοστούμι του, με τη μανσέτα του πουκαμίσου να εξέχει ακριβώς ένα εκατοστό από το μανίκι. Φυσικά, γραβάτα και μπουτονιέρα. Ή μαντιλάκι στην τσέπη του σακακιού, πάντα αρωματισμένο με κολόνια.

Στη βόλτα αυτή, συναντούσαν φίλους, συγγενείς, γνωστούς. Όλοι έσκυβαν κι έδιναν φιλιά στον μικρό. Στα κορίτσια ό,τι περίσσευε. Κι αυτό γιατί αμέσως μετά την πρώτη χαιρετούρα και τα πρώτα φιλιά στο αγοράκι, κάτι έλεγε η μαμά, κάτι ο μπαμπάς και... διέκοπταν τη φόρα των φιλιών! Έμενε κάτι στη μέση... Ευτυχώς, για τα κοριτσάκια! Γυρίζοντας στο σπίτι, άντε ξανα-μανά φιλιά από τη μαμά "Μπράβο, που ήσασταν καλά παιδάκια! Μπράβο!" και δώστου ξανά και ξανά φιλιά -κυρίως, όμως, στο γιο. Τον κανακάρη, τον "πασά" της. Δεν ξέρω πόσο απολάμβανε το μικρό αγοράκι τα φιλιά που του δίνονταν. Ξέρω, όμως, ότι χαιρόταν τα φιλιά της μαμάς, του μπαμπά και των κοριτσιών. Γιατί μέσα από αυτά τα φιλιά, έμαθε αργότερα να δίνει και να παίρνει τα φιλιά των προσωπικών επιλογών του. Άλλοτε φιλιά ανιδιοτελή, που έκφραζαν ειλικρινή αγάπη και άλλοτε φιλιά που τον πρόδωσαν. Πάντως, το αγοράκι εκείνο έμαθε να δίνει φιλιά. Φιλιά αδελφικά, τρυφερά, στοργικά. Φιλιά ερωτικά, με πάθος, φλόγα και ένταση. Φιλιά φιλικά. Τέλος, φιλιά, πατρικά. Και ποτέ μα ποτέ δεν έδωσε "φιλιά του αέρα". Φιλιά "κοινωνικών συναναστροφών", φιλιά υποχρέωσης. Φιλιά "δήθεν". Το αγοράκι με τα γαλανά μάτια, κράτησε την αθωότητα του βρεφικού του βλέμματος μέχρι το τέλος. Κράτησε και χειρίστηκε την εντιμότητα των "έντιμων φιλιών". Ήρθε το σχολείο -Δ' Δημοτικό- το Γυμνάσιο Αρρένων, το Πολυτεχνείο στη Θεσσαλονίκη.

Ο νεαρός άντρας είχε γευθεί πια όλων των ειδών τα φιλιά. Αθώα και ένοχα. Αγάπησε και αγαπήθηκε πολύ. Κι έκανε οικογένεια δική του. Και φίλησε στην κούνια τους τρεις γιους, τον έναν πίσω από τον άλλον. Και με τη δύναμη των φιλιών που πήρε από τη μάνα του στη δική του κούνια, προχωρούσε στη ζωή του δυναμικά, αρχηγικά. Δραστήριος, πληθωρικός, δοτικός, παρών σε κάθε στιγμή που κάποιος τον χρειαζόταν. Παρών με ένα χάδι κι ένα φιλί . Άπλωνε τα χέρια του, έπιανε το πρόσωπό σου με τις δύο μεγάλες παλάμες του, και σου έδινε το πιο "καθαρό" φιλί του κόσμου! "Εγώ είμαι εδώ, μη φοβάσαι"! Αυτό έλεγε το φιλί του. "Εγώ είμαι εδώ για σένα. Μη φοβάσαι".
Ποτέ δεν θα μάθω αν τα φιλιά που ήξερε να δίνει, ξεκινούσαν από τα φιλιά που πήρε από την πρώτη στιγμή της ζωής του. Νομίζω, όμως, ότι δεν γίνεται να έχεις πάρει τόση αγάπη "δεδηλωμένη" με τόσα φιλιά και να μη γυρίσεις πίσω όλα αυτά τα φιλιά! Γιατί ο Άκης, το αγοράκι που το γέμισαν φιλιά αγάπης, όσα φιλιά πήρε, τα έδωσε με το παραπάνω! Στην άκρη κάθε του φιλιού, άνθιζε η προσφορά: αγάπη, φιλία, έρωτας... Ό,τι κι αν ήταν, ήταν γνήσιο και καθαρό, απαλλαγμένο από κάθε σκοπιμότητα. Έτσι όπως πρέπει να είναι καθετί που δίνουμε με αγάπη.
Γι' αυτό, στον Άκη του κόσμου όλα τα φιλιά!

Γι' αυτό, στον Άκη, του κόσμου όλα τα φιλιά.

11 Μαΐ 2011

Μια απόλαυση ακριβοπληρωμένη!




Το ξαναείπαμε. Το ξαναλέμε: Το πρώτο πράγμα που κάνει κάποιος μόλις έρθει στη ζωή είναι να πάρει ανάσα.

Και είναι το  πιο απλό πράγμα, το αυτονόητο. Δεν σκεφτόμαστε ποτέ "τώρα θα εισπνεύσω, τώρα θα εκπνεύσω, ιδού η αναπνοή"! Αυτό γίνεται αυτόματα. Αν υπάρχουν, θα είναι ελάχιστοι αυτοί που συνειδητοποιημένα αναπνέουν. Που το χαίρονται. Αυτοί που κατανοούν απολύτως τι σημαίνει να μπορείς να αναπνέεις με μία καλή ποιότητα αναπνοής. Τι σημαίνει αυτή η εισπνοή οξυγόνου για τη ζωή μας.  Όχι πως δεν το γνωρίζουμε. Το έχουμε διδαχτεί. Αλλά δεν το εκτιμούμε όσο το έχουμε. Όπως συμβαίνει γενικότερα στη ζωή μας. Μόνον όταν χάσουμε κάτι, μόνον τότε συνειδητοποιούμε την αξία του.
Και κάποια στιγμή, ανακαλύπτεις πως αναπνέοντας, μέσω της διαδικασίας της αναπνοής  -εισπνοή... εκπνοή- οδηγείσαι και σε μια άλλου είδους απόλαυση: στην απόλαυση της ρουφηξιάς του τσιγάρου!

Στην αρχή αυτό μοιάζει σαν ένα αθώο φλερτ ανάμεσα σε σένα και στο τσιγάρο! Σαν ένα φλερτ που στην αρχή του είναι ελκυστικό έτσι όπως κρύβει τη γοητεία του αγνωστου -δεν σε ξέρω, μου αρέσεις, θέλω να σε γνωρίσω. Εκείνες τις στιγμές δεν σκέφτεσαι την προοπτική μιας σχέσης. Μιας σχέσης που ίσως στην πορεία της να εξελιχθεί αργότερα σε σχέση ζωής. Εκείνες τις στιγμές ενθουσιάζεσαι με το "καινούριο" που ήρθε στη ζωή σου, που λες κι έκανε πιο σημαντική και σπουδαία την καθημερινότητά σου. Σε τρελαίνει το άρωμά του` η γεύση του σε μεθά σαν τα πρώτα φιλιά.
Δεν φαίνεται να είναι και τόσο τυχαίο ή άσχετο το ότι παλιότερα δεν χρησιμοποιούσαν το ρήμα "καπνίζω", αλλά έλεγαν "πίνω ένα τσιγάρο". Το πίνεις, το ρουφάς, όπως πίνεις και ρουφάς τα φιλιά. Και παραδίνεσαι χωρίς αναστολές και αμφιβολίες στον έρωτα που, εν προκειμένω, ακολουθεί το αρχικά αθώο φλερτ! Στην αρχή χαλαρά, σαν με μέτρο. Στη συνέχεια, πιο... ζωηρά, για να ακολουθήσει μετά το πάθος και η απόλυτη εξάρτηση.

Σε γενικές γραμμές, αυτή είναι η διαδρομή. Μόνο που δεν γνωρίζεις ή, πιο σωστά, δεν φαντάζεσαι πού είναι το τέρμα. Ούτε σε ποια κατάσταση θα είσαι όταν φτάσεις, ανέτοιμος, εκεί.

Βέβαια, βαθιά στο υποσυνείδητό μας έχει καταγραφεί η εικόνα που οι διαφημιστές τσιγάρων παρουσιάζουν για τους καπνιστές: νεαρά και όμορφα ζευγάρια πιασμένα χέρι χέρι να τρέχουν σε καταπράσινα λιβάδια και σε αγρούς με πολύχρωμα λουλούδια. Ανέμελα, γελαστά κι ευτυχισμένα πρόσωπα, ροδοκόκκινα, τυλιγμένα στον γκριζογάλανο καπνό του τσιγάρου! Όλη η εικόνα να παραπέμπει στην έννοια της υγείας, της χαράς, της επιτυχίας. Αξίζει να προσέξουμε την κάθε διαφήμιση τσιγάρων και θα το δούμε ξεκάθαρα. Παντού, στις αφίσες, στα περιοδικά, τον κινηματογράφο, ακόμη και στο θέατρο, η εικόνα του ωραίου ή της ωραίας, καταγράφεται με ένα τσιγάρο στο χέρι. Όλα είναι προσποιητά, επιτηδευμένα, καμουφλαρισμένα. Πίσω τους κρύβονται τεράστια οικονομικά συμφέροντα που ποντάρουν στον εθισμό και την εξάρτησή μας.
Και αυτό το "Το κάπνισμα βλάπτει σοβαρά την υγεία" που αναγράφεται πάνω στα πακέτα ή αφήνει αδιάφορο τον εθισμένο πια στο τσιγάρο ή το απαγορευτικόν του πράγματος το κάνει πιο επιθυμητό στον καινούριο καπνιστή. Σαν την αμαρτία.

Αξίζει να αναφερθεί ότι η πρώτη έντυπη διαφήμιση προϊόντων καπνού έγινε το 1789 στην Αμερική. Από κει κι έπειτα, ποιος τους έπιανε!  Αξίζει ακόμη να αναφερθεί και η απαγόρευση του καπνού πολλά χρόνια πριν, στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, όταν ο Σουλτάνος Μουράτ Δ' πιστεύοντας ότι ο καπνός μεθάει και σεβόμενος το Κοράνι που απαγορεύει τη μέθη, επέβαλε στους καπνιστές την τιμωρία της αφαίρεσης των χειλιών τους και στους εισπνέοντες τον καπνό το κόψιμο της μύτης! Και λίγο αργότερα, ο Μωχάμετ Δ' επέβλεπε προσωπικά στους περιπάτους του τις απαγορεύσεις, φτάνοντας σε ποινές μέχρι απαγχονισμού -Θεός φυλάξοι! Αυτά όλα περί το 1600!!! 

Όταν χάσει κανείς την ικανότητα ή τη δυνατότητα να αναπνέει επαρκώς, να αναπνέει χωρίς προσπάθεια, χωρίς βοήθεια οξυγόνου και φαρμάκων, το πρώτο που αντιλαμβάνεται πανικόβλητος είναι η ανατροπή της ίδιας της ζωής του. Όταν, δηλαδή, ανακαλύψει ότι πάσχει από τη Χρόνια Αποφρακτική Πνευμονοπάθεια, την αρρώστια που σήμερα είναι η τέταρτη αιτία θανάτου στον κόσμο. Αλλά δεν είναι τόσο η απειλή του θανάτου που φοβίζει, όσο ο τρόπος που στο εξής θα ζει. Δεν θα μπορεί πια να ακολουθήσει τον παλιό τρόπο ζωής του, δεν θα μπορεί να κάνει τις εκδρομές του, να ταξιδέψει εύκολα, να διασκεδάσει με φίλους. Δεν θα μπορεί να περπατήσει χωρίς να του "κόβεται η ανάσα" από το λαχάνιασμα.  Θα κινδυνεύει από λοιμώξεις και ιώσεις. Ακόμη και ένα απλό κρυολόγημα, ακίνδυνο για τους άλλους,  θα είναι απειλή για τη ζωή του!

Το τελετουργικόν του ανάμματος ενός τσιγάρου, το χαρακτηριστικό "τσακ" του αναπτήρα, ο ήχος της πρώτης βαθιάς ρουφηξιάς, η μυρωδιά του, ο καπνός έτσι όπως πλανιέται διάφανος στον αέρα και παίρνει διάφορα σχήματα... όλα αυτά σηματοδοτούν στιγμές απόλαυσης...
Μιας απόλαυσης, όμως, ακριβοπληρωμένης!

6 Μαΐ 2011

Αναμνήσεις για την αγαπημένη μου Μαρία Ρεζάν! Είχε γεννηθεί 4 Μαϊου...


“Να παραιτηθούμε. Αυτό νομίζω είναι που πρέπει να κάνουμε· αυτό είναι το σωστό...”.
Η φωνή της αποφασιστική και σίγουρη γι’ αυτό που έλεγε. Όπως πάντα. Λες και ποτέ δεν είχε σχέσεις με το ερωτηματικό! Και όμως. Πάντα το ερωτηματικό ήταν που αφού πρώτα την παίδευε,
στη συνέχεια την οδηγούσε στις σωστές αποφάσεις· σ’ αυτή την αξιοζήλευτη σιγουριά, την ήρεμη βεβαιότητα που τη χαρακτήριζαν.

“Να παραιτηθούμε” λέει... Μια κουβέντα ήταν! Εκείνη την ώρα, όσες ήμασταν εκεί γύρω της, μουρμουρίσαμε κάτι σαν μασημένα “ναι, ναι”, συνεχίσαμε να διαμαρτυρόμαστε για την απειλούμενη άδικη απόλυση μιας συναδέλφου, και πριν καλά καλά το καταλάβω, είχαμε βολευτεί η καθεμιά στο γραφείο της. Όλες, εκτός από κείνη.

Με κοίταξε ίσια στα μάτια, μετά γύρισε το βλέμμα της ένα γύρω στο χώρο, στάθηκε για λίγο μαζεύοντας τα ψίχουλα από το σουσαμένιο κουλούρι που μόλις είχε φάει, με ξανακοίταξε και είπε:
“Εγώ πάντα όταν απολύουν άδικα συνάδελφο, υποβάλλω την παραίτησή μου. Αυτό θα κάνω και τώρα”.
Ήταν θυμωμένη. Δεν ξαναμίλησε. Έσκυψε στα χαρτιά της κι άρχισε να γράφει.
Την παρακολουθούσα και σκεφτόμουν ότι την είχα άσχημα: έπρεπε να παραιτηθώ κι εγώ! Έτσι όπως το είχε τοποθετήσει, έπρεπε! Αλλά εγώ δεν ήθελα να χάσω και τη δουλίτσα μου! Πόσο εύκολα θα έβρισκα αλλού τόσο καλές συνθήκες εργασίας; Δεν αφήνεις έτσι απλά, στο τσάκα-τσάκα, μια δουλειά στην οποία είσαι τόσα χρόνια! Κι άλλωστε, εγώ δεν είμαι Ρεζάν! Εκείνη έχει την πολυτέλεια να γυρίζει με μεγαλοπρέπεια την πλάτη της σε ανάλογες περιστάσεις, αλλά, πώς να το κάνουμε, εκείνη είναι η Ρεζάν... Σκεφτόμουν... Σκεφτόμουν πώς θα γινόταν να μη χάσω τη δουλειά μου, αλλά και να μην εκτεθώ στα μάτια της. Ήθελα, δηλαδή, και την πίτα ολόκληρη και το σκύλο χορτάτο! Κάτι που για κείνη ήταν επαίσχυντο. Ντροπή και όνειδος.
Με διέκοψε όταν μου έδωσε το άρθρο της:
“ Έλα να το δούμε, Κάκια μου”. Η φωνή της είχε ξανά τη βραχνή γλύκα που στρογγύλευε κάθε γωνία στην καρδιά μου, εξαφάνιζε κάθε αιχμή στη σκέψη μου.
Σκύψαμε πάνω από τα χειρόγραφα. Εγώ διάβαζα με προσοχή το κείμενο κι εκείνη “διάβαζε” με προσοχή το πρόσωπό μου. “Βλέπω τις αντιδράσεις σου”, μου είπε κάποτε. “Βλέπω εγώ... Και η παραμικρή σύσπαση στο πρόσωπό σου, μου μιλάει...”. Κι έτσι ήξερα ότι ήμουνα ο πρώτος της αναγνώστης, τη γνώμη του οποίου μετρούσε και καμάρωνα -ευτυχώς κρυφά- πολύ γι’ αυτό.
Πολύ αργότερα κατάλαβα ότι υπολόγιζε τη γνώμη και του πιο ασήμαντου αναγνώστη το ίδιο σοβαρά όσο και της πιο σπουδαίας προσωπικότητας θα τύχαινε να διαβάσει τα γραπτά της. Κι ότι δεν μου... περιποιούσε ιδιαίτερη τιμή παρατηρώντας το πρόσωπό μου, αλλά ότι τιμούσε τον αναγνώστη.
Κάθε αναγνώστη.
 Εμένα, όμως, μ’ αγαπούσε. Κι αυτό ήταν το πιο σπουδαίο που μου συνέβη ποτέ στο χώρο αυτής της δουλειάς, όπου κινήθηκα μάλλον δειλά κι αθόρυβα για πολλά χρόνια. Και αυτό ήταν κάτι που κράτησα σαν μυστικό για πάρα πολλά χρόνια.

Τελειώσαμε το κομμάτι, μάζεψε τα χαρτιά και τις σημειώσεις της. «Φεύγω. Αν υπάρξει όντως απόλυση της συναδέλφου, ειδοποίησέ με. Εντάξει;». Εφυγε κι έμεινα να σκέφτομαι: είναι δυνατόν να ονομάζει τόσο απλά «συνάδελφό της» μια νεαρή δημοσιογράφο και να το εννοεί; Μήπως το έλεγε απλώς για δημιουργία εντυπώσεων και για συμπάθειες; Αλλά τι ενδιέφεραν οι εντυπώσεις και οι συμπάθειες οι δικές μας τη Ρεζάν;
Μα τι γυναίκα, Θεέ μου! Τι γυναίκα!

Εν πάση περιπτώσει, η συνάδελφος δεν απολύθηκε, αλλά εγώ το μάθημά μου από τη μεγάλη δασκάλα το πήρα!

                                                                          ***
Καθόμασταν στη μεγάλη αίθουσα των συσκέψεων και δουλεύαμε το κομμάτι της. Το συζητούσαμε, διορθώναμε, αλλάζαμε, ξαναδοκιμάζαμε... Τρελαινόμουν! Ήταν μια μέθη! Η Ρεζάν να εμπιστεύεται την άποψή μου! Πιο σωστά, να έχω εγώ άποψη για τα γραφόμενά της!... Και όμως, εκείνη με έκανε να αισθάνομαι σπουδαία!
Κάποια στιγμή, πέρασαν έξω από την ανοιχτή πόρτα δύο... εκκολαπτόμενα στελέχη του περιοδικού. Κάτι της είπαν, κάτι τους είπε, καλημερίσματα και τυπικότητες. Ο τρόπος, όμως, που της μιλούσαν είχε κάτι από το θράσος που χαρακτηρίζει τους αδαείς. Αυτό που, προφανώς, εκείνοι θεωρούσαν στη συμπεριφορά τους άνεση, δήλωνε αυθάδεια και έπαρση. Μόλις έφυγαν, Ρεζάν γύρισε και μου είπε, έτσι ξαφνικά: «Τους βλέπεις αυτούς; Ένα κομμάτι κρέας είναι! Και αυτοί –να μου το θυμηθείς- μια μέρα θα γίνουν αρχισυντάκτες και διευθυντάδες!...».
Και έγιναν.
                                                                          ***
Τώρα που είπα αυτό, θυμήθηκα και μια άλλη περίπτωση θράσους και ηλιθιότητας. Βρισκόμασταν ακόμη στα γραφεία της Βουκουρεστίου, στον 7ο όροφο. Ήταν λίγο μετά που είχε «φαγωθεί» από τη θέση του ο σπουδαίος και πολυαγαπημένος μου διευθυντής του περιοδικού, ο αείμνηστος Παύλος Μπακογιάννης. Δεν θυμάμαι ή, πιο σωστά, δεν ξέρω πώς κι από πού είχε ξεφυτρώσει στο γραφείο μας ως «συνάδελφος» ένας νεαρός –θα ήταν 20-23 χρονών- ο οποίος δεν είχε ακριβές αντικείμενο εργασίας. Έτσι, τριγύριζε θυμάμαι και ρωτούσε ενίοτε τους συντάκτες αν έφεραν το κομμάτι τους...
Ήταν πρωί- γύρω στις 11 πρέπει να ήταν: «Καλημέρα σας». Η φωνή της σκόρπισε τη χαρακτηριστική και γνώριμη ζεστασιά. Σηκώθηκα αμέσως:
«Καλημέρα, κυρία Ρεζάν». Τράβηξα την καρέκλα προς το μέρος της. «Καθίστε».
Είναι περίεργο, αλλά ο πληθυντικός που πάντα χρησιμοποιούσα όταν μιλούσα μαζί της, μου έδινε την αίσθηση του πιο οικείου ενικού. Κι αυτός ο πληθυντικός όταν της μιλούσα, θα ΄λεγα χωρίς ντροπή πως σχεδόν με γοήτευε! Κι άλλωστε, η ίδια μου έδειχνε πως αυτό της άρεσε και έτσι έπρεπε να είναι, ακόμη κι όταν η σχέση μας έγινε πολύ, ιδιαίτερα στενή. Τον πληθυντικό αυτόν τον κράτησα μέχρι το τέλος, όπως εκείνη σοφά, χωρίς λόγια, μου τον υπέδειξε.
Παρήγγειλα τον καφέ της, είπαμε δεν θυμάμαι τι, και, να 'σου, κάνει την εμφάνισή του ο νεαρός που λέγαμε: «Γεια σου, Μαρία, έφερες το κομμάτι σου;». Κοκκάλωσα. Δεν πίστευα στ’ αυτιά μου! Ευχαρίστως θα χαστούκιζα τον θρασύτατο νεαρό!
Θα πω ψέματα να σας πω αν είπα κάτι ή τι είπα. Δεν ξέρω, δεν θυμάμαι. Θυμάμαι, όμως, πολύ καλά το δικό της μεγαλείο! Ήρεμη, χαμογελώντας «ναι, το έφερα, παιδί μου», του είπε.
Και μετά, γυρνώντας σε μένα: «Πιες λίγο νερό εσύ!». Και ξέσπασε σε τρανταχτά γέλια.
Αυτή ήταν η αντίδρασή της!
Ο νεαρός, βέβαια, ούτε καν υποψιάστηκε για ποιο λόγο εγώ είχα γίνει κατακόκκινη και είχα χάσει τη φωνή μου, για ποιο λόγο η Ρεζάν γελούσε... Σας βεβαιώ.

Χρόνια αργότερα, γέλασα πολύ όταν ένα ζευγάρι φίλων και συναδέλφων που μένουν απέναντί μου, απέκτησαν σκύλο και -τυχαίο ήταν βέβαια- του έδωσαν το όνομα του νεαρού!
Το ευχαριστήθηκα! Άσχετο που τον σκύλο τον αγάπησα πολύ.
Άκου «γεια σου, Μαρία»!



2 Μαΐ 2011

Ας κρατήσουν οι χοροί!


Δηλώνω εντυπωσιασμένη από τους πανηγυρισμούς των Αμερικανών, των Άγγλων, των Γερμανών, των Γάλλων, των Πακιστανών, των... των... των... Κυρίως, όμως, εντυπωσιασμένη από την περηφάνεια με την οποία ο Μπαράκ Ομπάμα, μετά από προσπάθειες 10 χρόνων, ανακοίνωσε τη δολοφονία του τρομοκράτη!
Τέτοιες πανηγυρικές και πομπώδεις αναφορές για "δολοφονία" ανθρώπου, από τον πλανητάρχη!
Ο απόφοιτος του Χάρβαρντ Αμερικανός πρόεδρος, είναι μεθυσμένος από την επιτυχία του!  
Αλλά, καλά εκπαιδευμένος και αυτός, διατηρεί, σχετικώς, τις ισορροπίες. "Πρέπει να έχουμε το νου μας"!
Μωρέ, τον έχουν και τον παραέχουν!
Και το δολάριο πήρε την ανηφόρα σήμερα!

Οι λέξεις "δολοφονία", "τον σκοτώσαμε", η φωτογραφία του νεκρού τρομοκράτη (αληθινή ή ψεύτικη, δεν έχει και τόση σημασία) και οι μακάβριες αναφορές για την τύχη του πτώματος,  εμένα ανατριχίλα μου δημιούργησαν!
Άλλοι πανηγύρισαν το γεγονός με χορούς και τραγούδια, άλλοι με ιαχές, άλλοι... "ανακουφίστηκαν"!

Και να τα τηλεφωνήματα από τον Ομπάμα στον Σαρκοζί, τον Κάμερον, στη Μέρκελ, στο βασιλιά της Ιορδανίας, στην πρωθυπουργό της Αυστραλίας, στον πρόεδρο του Πακιστάν!...
Και, βέβαια, στον Τζορτζ Μπους και στον Μπιλ Κλίντον!
Και όοοοολα τα καλά αυτά παιδάκια, μετά από 10 ολόκληρα χρόνια, "ανακουφίστηκαν"!

Κι εγώ -αφελής έως άνους- διερωτώμαι: δηλαδή τώρα τελείωσε το θέμα "Τρομοκρατία";
Πάει η Αλ Κάιντα; Δολοφονήσαμε τον Μπιν Λάντεν και... καθαρίσαμε το τοπίο;


Δεν ήταν αθώα περιστερά ο συχωρεμένος -αααν είναι, τελικά, συχωρεμένος!
Καλός μαθητής, όμως, ήταν! Και καλώς εκπαιδευθείς εις τας αμερικανικάς "σχολάς"!
Αυτό φαίνεται πως το ξεχνούν οι πανηγυρίζοντες Αμερικανοί! Και οι λοιποί "ανακουφισμένοι"!
Ποιος ξέρει, ποιος θέλει να ξέρει, ποιον ή ποιους "εκτρέφουν" και "εκπαιδεύουν" τώρα
εις τας αμερικανικάς αγκάλας; Ποιον νέο Μπιν Λάντεν θα... προωθήσουν!...
Ποιο νέο λουλούδι θα ανθήσει!...

Μέχρι τότε, ας κρατήσουν οι χοροί!